Αυτή την ιστορία τη δουλεύω στο μυαλό μου αρκετό καιρό τώρα. Από το Σεπτέμβρη κιόλας. Ίσως όμως δεν ήμουν έτοιμη ακόμα να τη γράψω και να τη μοιραστώ. Ίσως κάπου μέσα μου ελπίζω ακόμα ότι κάτι θα γίνει και θα ξυπνήσω μια μέρα και όλα θα είναι όπως πριν.
Μου είχε κολλήσει τότε το Σεπτέμβρη στο μυαλό μια φράση. «Η μετακόμιση, όνομα ουσιαστικόν, πληθυντικού αριθμού». Μη βιαστείς να με μαλώσεις, το ξέρω ότι αντιγράφω τη Δημουλά. Θυμάμαι όταν είχα πρωτοδιαβάσει εκείνο το ποίημά της..κάθε λέξη που διάβαζα άγγιζε κάτι πολύ οδυνηρό μέσα μου. Γι’αυτό πιστεύω και η σκέψη μου όταν μετακόμισα πήγε στον «Πληθυντικό αριθμό» της Δημουλά..γιατί ένιωσα έναν παρόμοιο πόνο που μόνο με παρόμοιες λέξεις μπορεί να περιγραφεί.
Η μετακόμιση, όνομα ουσιαστικόν, πληθυντικού αριθμού. Γιατί πληθυντικού; Γιατί μπορεί να διαβάζουμε, να λέμε ή να γράφουμε «η μετακόμιση», αλλά στην πραγματικότητα η μετακόμιση ποτέ δεν είναι μόνο αυτό..είναι ο αποχαιρετισμός, η θλίψη, οι αναμνήσεις, ο αποχωρισμός, το αντίο, το τέλος, οι άδειοι τοίχοι, τα ξέστρωτα κρεβάτια, οι κούτες με κομμάτια μιας ζωής, το ταξίδι, η απόσταση, οι φίλοι...
Το να φεύγεις, λένε, δεν είναι πάντα κακό. Φεύγεις από κάπου για να πας κάπου καλύτερα. Το τέλος, λένε, δεν είναι πάντα κακό. Κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή. Πόσο συγκαταβατικά λόγια βρίσκουμε για να παρηγορήσουμε τον εαυτό μας..
Η αλήθεια είναι (και την ξέρει πολύ καλά όποιος έχει μετακομίσει ποτέ) ότι το να φεύγεις, ακόμα κι αν είναι για καλό, είναι δύσκολο. Το να φεύγεις πάνω που έχεις γνωρίσει άτομα και έχεις δεθεί μαζί τους είναι ανυπόφορο. Το να φεύγεις ενώ κάνεις το επάγγελμα που αγαπάς, έστω και εθελοντικά, είναι επώδυνο. Γυρνάς στη βάση σου να ανασυνταχτείς και να βγεις εκεί έξω να κυνηγήσεις κάτι καλύτερο. Η αλήθεια είναι όμως ότι σου λείπει εκείνη η ζωή σου, σου λείπει εκείνο το κρεβάτι σου, σου λείπει η γειτονιά σου, σου λείπει εκείνο το τηλεφώνημα «Ε Γδύνα, να περάσω για ένα τσιγάρο;».
Είναι κι όλα εκείνα τα πράγματα που δεν πρόλαβες να κάνεις όσο ήσουν εκεί. Όλα εκείνα που τότε δε χωρούσαν στο πρόγραμμα και τώρα δε βγαίνουν από το μυαλό σου, έχουν κολλήσει εκεί σα μικρές αποτυχίες.
Με ρωτάνε πολλοί γιατί έφυγα. Τη στιγμή που παίρνεις μια απόφαση, η πραγματικότητα την οποία βιώνεις σου λέει ότι αυτό είναι το καλύτερο επόμενο βήμα. Δυστυχώς μόνο μετά κατάλαβα ότι μπορούσα να είχα μείνει λίγο ακόμα, αλλά κανείς δε θα μπορούσε να το γνωρίζει αυτό εκ των προτέρων.
Η ζωή πάντα προχωρά μπροστά και δεν περιμένει κανέναν. Έτσι κι εγώ, με αυτή την ιστορία, προσπαθώ να κλείσω το κεφάλαιο «Μετακόμιση» και να τακτοποιήσω τη σκέψη μου ώστε να προχωρήσω μαζί με τη ζωή, κάνοντας λίγες ακόμα επιλογές χωρίς να ξέρω πού θα με βγάλουν.. Ό,τι κι αν γίνει όμως παρακάτω, πάντα θα με συντροφεύουν τα όσα έζησα πριν μετακομίσω εγώ, πριν μετακομίσουν οι φίλοι μου, πριν από κάθε μεγάλη αλλαγή της ζωής μου και θα ξέρω ότι όπου κι αν πάω, ό,τι κι αν κάνω, όλα αυτά που βίωσα άξιζαν κι αυτοί που γνώρισα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού θα είναι –με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- πάντα μαζί μου.
Μου είχε κολλήσει τότε το Σεπτέμβρη στο μυαλό μια φράση. «Η μετακόμιση, όνομα ουσιαστικόν, πληθυντικού αριθμού». Μη βιαστείς να με μαλώσεις, το ξέρω ότι αντιγράφω τη Δημουλά. Θυμάμαι όταν είχα πρωτοδιαβάσει εκείνο το ποίημά της..κάθε λέξη που διάβαζα άγγιζε κάτι πολύ οδυνηρό μέσα μου. Γι’αυτό πιστεύω και η σκέψη μου όταν μετακόμισα πήγε στον «Πληθυντικό αριθμό» της Δημουλά..γιατί ένιωσα έναν παρόμοιο πόνο που μόνο με παρόμοιες λέξεις μπορεί να περιγραφεί.
Η μετακόμιση, όνομα ουσιαστικόν, πληθυντικού αριθμού. Γιατί πληθυντικού; Γιατί μπορεί να διαβάζουμε, να λέμε ή να γράφουμε «η μετακόμιση», αλλά στην πραγματικότητα η μετακόμιση ποτέ δεν είναι μόνο αυτό..είναι ο αποχαιρετισμός, η θλίψη, οι αναμνήσεις, ο αποχωρισμός, το αντίο, το τέλος, οι άδειοι τοίχοι, τα ξέστρωτα κρεβάτια, οι κούτες με κομμάτια μιας ζωής, το ταξίδι, η απόσταση, οι φίλοι...
Το να φεύγεις, λένε, δεν είναι πάντα κακό. Φεύγεις από κάπου για να πας κάπου καλύτερα. Το τέλος, λένε, δεν είναι πάντα κακό. Κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή. Πόσο συγκαταβατικά λόγια βρίσκουμε για να παρηγορήσουμε τον εαυτό μας..
Η αλήθεια είναι (και την ξέρει πολύ καλά όποιος έχει μετακομίσει ποτέ) ότι το να φεύγεις, ακόμα κι αν είναι για καλό, είναι δύσκολο. Το να φεύγεις πάνω που έχεις γνωρίσει άτομα και έχεις δεθεί μαζί τους είναι ανυπόφορο. Το να φεύγεις ενώ κάνεις το επάγγελμα που αγαπάς, έστω και εθελοντικά, είναι επώδυνο. Γυρνάς στη βάση σου να ανασυνταχτείς και να βγεις εκεί έξω να κυνηγήσεις κάτι καλύτερο. Η αλήθεια είναι όμως ότι σου λείπει εκείνη η ζωή σου, σου λείπει εκείνο το κρεβάτι σου, σου λείπει η γειτονιά σου, σου λείπει εκείνο το τηλεφώνημα «Ε Γδύνα, να περάσω για ένα τσιγάρο;».
Είναι κι όλα εκείνα τα πράγματα που δεν πρόλαβες να κάνεις όσο ήσουν εκεί. Όλα εκείνα που τότε δε χωρούσαν στο πρόγραμμα και τώρα δε βγαίνουν από το μυαλό σου, έχουν κολλήσει εκεί σα μικρές αποτυχίες.
Με ρωτάνε πολλοί γιατί έφυγα. Τη στιγμή που παίρνεις μια απόφαση, η πραγματικότητα την οποία βιώνεις σου λέει ότι αυτό είναι το καλύτερο επόμενο βήμα. Δυστυχώς μόνο μετά κατάλαβα ότι μπορούσα να είχα μείνει λίγο ακόμα, αλλά κανείς δε θα μπορούσε να το γνωρίζει αυτό εκ των προτέρων.
Η ζωή πάντα προχωρά μπροστά και δεν περιμένει κανέναν. Έτσι κι εγώ, με αυτή την ιστορία, προσπαθώ να κλείσω το κεφάλαιο «Μετακόμιση» και να τακτοποιήσω τη σκέψη μου ώστε να προχωρήσω μαζί με τη ζωή, κάνοντας λίγες ακόμα επιλογές χωρίς να ξέρω πού θα με βγάλουν.. Ό,τι κι αν γίνει όμως παρακάτω, πάντα θα με συντροφεύουν τα όσα έζησα πριν μετακομίσω εγώ, πριν μετακομίσουν οι φίλοι μου, πριν από κάθε μεγάλη αλλαγή της ζωής μου και θα ξέρω ότι όπου κι αν πάω, ό,τι κι αν κάνω, όλα αυτά που βίωσα άξιζαν κι αυτοί που γνώρισα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού θα είναι –με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- πάντα μαζί μου.
Ντίνα